city2 WHITE DDIAFANES

Βαλκάνια

Cannot find taxidiotika/mitsakis/kosovo subfolder inside /home/cityrider/domains/cityrider.gr/public_html/images/stories/taxidiotika/mitsakis/kosovo/ folder.
Admiror Gallery: 5.0.0
Server OS:nginx/1.24.0
Client OS:Unknown
PHP:5.6.40-68+ubuntu22.04.1+deb.sury.org+1
kosovo 3-web

Διχοτομημένη πόλη

 

Του Κωνσταντίνου Μητσάκη

Μέρα μεσημέρι και μια παράξενη ησυχία επικρατούσε γύρω μου καθώς βάδιζα πάνω στην κεντρική γέφυρα του ποταμού Ίμπαρ. Μέσα μου ένιωθα μια ανεξήγητη αναστάτωση, μια ένταση όμοια μ’ αυτήν που διέκρινα στα βλέμματα των φρουρών των Ηνωμένων Εθνών που έκαναν τη βάρδιά τους εκατέρωθεν της γέφυρας. Γνώριζα πολύ καλά πως περπατούσα πάνω σε ένα νοητό όριο, πάνω σε μια πολύ λεπτή, εύθραυστη «γραμμή».

Είναι η κεντρική γέφυρα που ενώνει (ή χωρίζει) τον βόρειο από τον νότιο τομέα της πόλης Μιτρόβιτσα του Κοσόβου, σύμβολο μιας πόλης διχοτομημένης σε σερβικό και αλβανικό τομέα. Φυλάκια, καχύποπτοι φρουροί, κάγκελα και συρματοπλέγματα υπήρχαν και στις δυο πλευρές της γέφυρας, του μοναδικού συνδετικού κρίκου δυο διαφορετικών κόσμων που βιώνουν σήμερα τις κοινές μνήμες ενός εμφυλίου πολέμου και το ασίγαστο εθνικιστικό μίσος για εκείνους που βρίσκονται στην αντίπερα όχθη του ποταμού Ίμπαρ.
Έχουν περάσει σχεδόν 16 χρόνια από το τέλος του πολέμου και στην Μιτρόβιτσα (απέχει 38 χλμ. βόρεια της πρωτεύουσας Πρίστινα) μπορεί κανείς ξεκάθαρα να διακρίνει τις αντιθέσεις και τις συνέπειες της εμφύλιας σύρραξης ανάμεσα στους Σέρβους και τους Αλβανούς του Κοσυφοπεδίου. Μετά τον επίσημο τερματισμό του πολέμου το 1999, διωγμένοι εκβιαστικά ή φοβούμενοι το ενδεχόμενο αντιποίνων και εθνικιστικών εκκαθαρίσεων, οι Κοσοβάροι Αλβανοί εγκαταστάθηκαν σταδιακά στο νότιο τομέα της Μιτρόβιτσα και οι Σέρβοι στο βόρειο τμήμα της πόλης.

Υπακούοντας στο ένστικτο της επιβίωσης, αλλά και στα κελεύσματα της εθνοτικής διχόνοιας, οι Κοσοβάροι –Αλβανοί και Σέρβοι– έγιναν δυστυχώς πρόσφυγες στον ίδιο τον τόπο τους. Οι πιθανότητες μιας γενικευμένης σύρραξης και αλληλοεξόντωσης των δυο εθνικών κοινοτήτων ανάγκασαν όμως τις νατοϊκές δυνάμεις της KFOR να κλείσουν προσωρινά την κεντρική γέφυρα της πόλης, αφήνοντας για μεγάλο διάστημα τους Σέρβους και τους Αλβανούς της Μιτρόβιτσα δίχως καμία ουσιαστική επαφή. Φυσικό σύνορο και νοητό όριο ανάμεσά τους στάθηκε ο ποταμός Ίμπαρ.
Και όταν με το πέρασμα του χρόνου οι τραυματισμένες μνήμες του πολέμου σιγά-σιγά επουλώθηκαν, η γέφυρα άνοιξε ξανά και η καθημερινότητα των κατοίκων της διχοτομημένης πολιτείας άρχισε δειλά να προσαρμόζεται στην νέα τάξη πραγμάτων.

Επέστρεψα πίσω στην μοτοσυκλέτα, που ήταν αφημένη στον αλβανικό τομέα. Άνοιξα βιαστικά το tank-bag και το χέρι μου έβγαλε την φωτογραφική μηχανή. Ήθελα να τραβήξω μια αναμνηστική φωτογραφία της γέφυρας. Πριν όμως προλάβω να σηκώσω τη φωτογραφική μηχανή και να εστιάσω στη γέφυρα, οι φρουροί αντιλήφθηκαν αμέσως τις προθέσεις μου, κινήθηκαν γρήγορα προς το μέρος μου και με σταμάτησαν: «Απαγορεύονται οι φωτογραφίες πάνω από την γέφυρα, αλλά δεν απαγορεύεται η φωτογράφηση της γέφυρας» ήταν η ρητή διαταγή του επικεφαλή της φρουράς. Από το βλοσυρό ύφος του και μόνο κατάλαβα πως δεν είχα κανένα περιθώριο διαμαρτυρίας ή ανυπακοής. Υπάκουσα χωρίς αντιρρήσεις στην εντολή του ένστολου βαθμοφόρου των Ηνωμένων Εθνών και φωτογράφισα τελικά τη μοτοσυκλέτα και τη γέφυρα από τις οπτικές γωνίες που μου υπέδειξαν. Στη συνέχεια οδήγησα στον σερβικό τομέα, όπου και σταμάτησα για καφέ! 

Η μοτοσυκλετιστική μου παρουσία έγινε αμέσως αντιληπτή από τους θαμώνες της καφετέριας "Dolce Vita", που βρισκόταν απέναντι από την κεντρική γέφυρα. Μαζί με τον καφέ, στο τραπέζι μου ήρθαν και δυο αυτόκλητοι Σέρβοι, ο Γκόραν και ο Ίβιτς, που γεμάτοι περιέργεια με ρώτησαν τους λόγους της παρουσίας μου στην πόλη τους.
Πολύ γρήγορα η ατμόσφαιρα ζεστάθηκε, τα χαμόγελα ζωγράφισαν τα πρόσωπά μας και οι καρδιές ξεκλειδώθηκαν: "…Στην Μιτρόβιτσα ζουν σήμερα 90.000 Αλβανοί και μόλις 10.000 Σέρβοι. Είμαστε δυστυχώς μειονότητα μέσα στην ίδια την πατρίδα μας. Το μεγαλύτερο, ωστόσο, πρόβλημα είναι αυτό της ανεργίας, αφού το ποσοστό των ανέργων εδώ στην Μιτρόβιτσα αγγίζει το 60%. Δουλεύουμε περιστασιακά για ένα-δυο μεροκάματα, προσπαθώντας να ξορκίσουμε την εξαθλίωση και την μιζέριά μας… Καλύτερες μέρες; Δεν νομίζω πως μπορούμε να ονειρευόμαστε και να ελπίζουμε σε κάτι τέτοιο. Όχι, δεν είμαι καθόλου αισιόδοξος.

Προσωπικά, δεν περιμένω να προκύψει κάτι θετικό από τις διαπραγματεύσεις για το καθεστώς του Κοσυφοπεδίου… Το μέλλον, τουλάχιστον για μας τους Σέρβους, διαγράφεται αβέβαιο. Όλη αυτή η κατάσταση της αβεβαιότητας και της αυξημένης ψυχολογικής πίεσης με έχουν κουράσει και απογοητεύσει. Ειλικρινά, σκέφτομαι σοβαρά να φύγω με την οικογένειά μου για την Σερβία… Το Κόσοβο είναι μια μεγάλη μπαρουταποθήκη στα Βαλκάνια και όλοι ευχόμαστε να μην ανάψει το φιτίλι…Έλληνα φίλε, ο καφές είναι κερασμένος…"


Στον αλβανικό τομέα, εκεί που κατέληξα μετά τον καφέ, οι παραστάσεις που αποτύπωνε η ματιά μου στους πολύβουους δρόμους του νότιου τομέα της Μιτρόβιτσα, με μετέφεραν σ’ έναν άλλον, τελείως διαφορετικό κόσμο! Η πληθώρα των κεραμόσκεπων κατοικιών, οι μαντηλοφορεμένες γυναικείες μορφές, η διάχυτη ακαταστασία και βρωμιά των δρόμων, η πρόχειρη υποδομή, οι λαλίστατοι υπαίθριοι πωλητές και οι κάθε λογής πραμάτειες που βρίσκονταν απλωμένες στα πεζοδρόμια των κεντρικών αρτηριών, όλα παρέπεμπαν σε καθαρά ανατολίτικες-μουσουλμανικές παραστάσεις. Δεν ξέρω γιατί, αλλά είχα διάχυτη την αίσθηση πως βρισκόμουν στα όρια ενός τουρκικού αστικού κέντρου!

Αυτή την δυνατή ψευδαίσθηση ήρθε να ενισχύσει κατακόρυφα το κάλεσμα του μουεζίνη, που υπενθύμιζε στους πιστούς τον δρόμο προς το τζαμί. Με οδηγό τη διαπεραστική φωνή του, σύντομα έφτασα και εγώ μπροστά στο κεντρικό τζαμί της πόλης, που ήταν κυκλωμένο από μια υπαίθρια ποικιλόμορφη αγορά.
Με περίσσιο θράσος πέρασα στο εσωτερικό του ιερού κτίσματος και άρχισα να φωτογραφίζω τους πιστούς που προσεύχονταν γονυπετείς στον Αλλάχ. Όλοι οι παραβρισκόμενοι –εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων– δεν έδειξαν να πολυενοχλούνται από την παρουσία μου, και πολύ περισσότερο από την αναίδειά μου να τους φωτογραφίζω την ώρα που επιτελούσαν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα.
Καθώς όμως απαθανάτιζα με απληστία τις ιερές στιγμές των Αλβανών Κοσοβάρων και το κλείστρο της φωτογραφικής μηχανής ανοιγόκλεινε ασταμάτητα, έπιασα τον εαυτό μου να συνειδητοποιεί ξαφνικά το παράδοξο αυτής της διχοτομημένης πόλης, η οποία, μέσα σε απόσταση λίγων μόλις εκατοντάδων μέτρων, προσφέρει στέγη σε δυο διαφορετικές κουλτούρες και θρησκείες!


Το ταξίδι από την Αθήνα στην Πρίστινα είναι μια αρκετά εύκολη υπόθεση, με τη διαδρομή να περνά και από την πόλη των Σκοπίων. Η απόσταση που είναι αστεία (840 km) επιτρέπει την αυθημερόν προσέγγιση της κοσσοβάρικης πρωτεύουσας. Η συντριπτική πλειοψηφία της διαδρομής μέσα στο έδαφος της Π.Γ.Δ.Μ. (200 km) κινείται πάνω σ’ έναν υποδειγματικό αυτοκινητόδρομο και μόνο η διαδρομή από την πόλη των Σκοπίων ως τα σύνορα του Κόσοβου (30 km) είναι ένα στενός επαρχιακός άξονας.
Τι χρειάστηκε να πάρω μαζί μου; Διαβατήριο, χάρτη, πράσινη κάρτα ασφάλειας, χρήματα, μια τσάντα με ρούχα και τον φωτογραφικό εξοπλισμό μου. Στα σύνορα του Κοσόβου χρειάστηκε να εκδώσω ασφαλιστική κάλυψη για την μοτοσυκλέτα, μια και η πράσινη κάρτα ασφάλεια της μοτοσυκλέτας δεν ισχύει στο Κόσοβο. Η ψυχολογία μου; Λες και πήγαινα ταξίδι στην ακριτική …Αλεξανδρούπολη!

Μετά το πέρασμα των συνόρων, η στενή ασφάλτινη λωρίδα φιδόσερνε για περίπου 20 χλμ. μέσα στα καταπράσινα βουνά της περιοχής. Στη συνέχεια, ένας σχεδόν ευθυτενής οδικός άξονας με οδήγησε ξεκούραστα στην Πρίστινα, που βρίσκεται σε απόσταση 80 χλμ. από την συνοριακή γραμμή με την Π.Γ.Δ.Μ. Διακριτική ήταν η παρουσία των στρατιωτών της νατοϊκής KFOR σε νευραλγικά σημεία της διαδρομής, ενώ στα περίχωρα της πόλης Urosevac πραγματοποίησα μια μικρή στάση στο στρατόπεδο «Ρήγας Φεραίος», όπου εδρεύει η ελληνική στρατιωτική δύναμη του Κόσσοβου.
Τι άλλο τράβηξε την προσοχή μου καθοδόν; Οι αμέτρητες αλβανικές σημαίες που ανέμιζαν παντού, οι νεότευκτοι σταθμοί καυσίμων, τα εξυπηρετικά μοτέλ και οι πάμπολλες μάντρες αυτοκινήτων εκατέρωθεν του δρόμου, που γεμάτες με τετράτροχα "σαπάκια" και ανταλλακτικά, κυρίως από την Γερμανία, πρόσδιδαν στο τοπίο την όψη ενός απέραντου σκουπιδότοπου.

 
Ο Δημήτρης ήταν ο «άνθρωπός» μου στο Κόσοβο. Με περίμενε στο προκαθορισμένο σημείο του ραντεβού μας, στην είσοδο της Πρίστινα, για να με οδηγήσει κατόπιν στο σπίτι του κάπου στα δυτικά προάστια της πόλης.
Αφού τακτοποιήθηκα στον ξενώνα, έκανα ένα ζεστό μπάνιο και αμέσως μετά ξεχυθήκαμε στους δρόμους της κοσοβάρικης πρωτεύουσας των 180.000 ψυχών: «…η Πρίστινα ξεχωρίζει για μια παγκόσμια αποκλειστικότητα, που δεν την συναντάς σε καμιά άλλη πόλη του κόσμου. Ένας από τους κεντρικούς δρόμους της Πρίστινα φέρει το όνομα του πρώην προέδρου των Η.Π.Α. Bill Clinton (!), σαφής ένδειξη της ευγνωμοσύνης και της συμπάθειας που τρέφουν οι Αλβανοί Κοσοβάροι στο πρόσωπο του Αμερικανού προέδρου για τις εμπνευσμένες ενέργειές του να προωθήσει την ανεξαρτησία του Κοσόβου!
Μπροστά στην προοπτική μιας ανεξαρτησίας με "δεκανίκια" και μιας πιθανής ένωσης του Κοσόβου με την Αλβανία, οι Αλβανόφωνοι δεν νοιάζονται διόλου εάν το Κοσυφοπέδιο έχει μετατραπεί σ’ ένα αμερικανικό προτεκτοράτο και λογίζεται σήμερα ως η σημαντικότερη στρατιωτική βάση των νατοϊκών δυνάμεων στα Δυτικά Βαλκάνια. Όπως και εσύ θα είδες, η μισή Πρίστινα είναι γεμάτη στρατόπεδα, συρματοπλέγματα και μπάρες ασφαλείας, ενώ ένα πλήθος κυβερνητικών και μη οργανώσεων βρίσκονται εγκατεστημένες εδώ και δραστηριοποιούνται, είτε με ανιδιοτελή, είτε με υστερόβουλα κίνητρα και σκοπούς. Και φυσικά, δεν μπορώ να κλείσω τα αυτιά μου στις έντονες φήμες που κυκλοφορούν ευρέως και θέλουν το Κόσοβο να έχει μετατραπεί –με την συναίνεση των Αλβανών Κοσοβάρων– στην μεγαλύτερη αποθήκη πυρηνικών όπλων της Ευρώπης! Αλλοίμονό μας Κώστα…". 

Περιδιαβαίνοντας με τον Δημήτρη την κεντρική λεωφόρο "Bulevardi Bill Clinton", ρουφούσα σαν σφουγγάρι όλες τούτες τις πληροφορίες που μου παρέθετε ο αρκετά ενημερωμένος οικοδεσπότης μου. Το Κόσοβο σίγουρα αποτελεί ένα αρκετά μπερδεμένο γεωπολιτικό και εθνοτικό παζλ που ήθελα κομμάτι-κομμάτι να το "συναρμολογήσω" μέσα στο μυαλό μου. Χαμογελούσα πικρά όταν σκεφτόμουν πως κάποτε, στο κοντινό παρελθόν, Σέρβοι, Αλβανοί, Τούρκοι και Βόσνιοι συμβίωναν αρμονικά εδώ στην καρδιά των Βαλκανίων, ενώ σήμερα βρίσκονται ταμπουρωμένοι στα χαρακώματα ενός παράλογου πολέμου.

 
Η συζήτηση και ο περίπατός μας στους δρόμους της Πρίστινα κράτησε όλο το απόγευμα. Κάποια στιγμή, η πρόθεσή μου να φωτογραφήσω δυο όμορφες Κοσοβάρες μπροστά στο τζαμί Jashar Pasha, στο κέντρο της πόλης, σκόνταψε πάνω στις αντιρρήσεις του Δημήτρη, που με προέτρεψε να μην πατήσω το κουμπί: "Οι περισσότεροι εδώ είναι μουσουλμάνοι και δεν συμπαθούν την φωτογράφηση. Ειδικότερα οι γυναίκες! Το ξέρεις αυτό άλλωστε από τα ταξίδια σου στην Ασία! Για να "βγάλεις" εδώ γυναίκα έξω για καφέ, πρέπει να είσαι μουσουλμάνος ή Αμερικανός!

Εμείς οι Έλληνες δεν τυγχάνουμε ιδιαίτερης συμπάθειας από τους Αλβανούς Κοσοβάρους, αφού ως γνωστόν μας θεωρούν παραδοσιακά φίλους με τους ομόθρησκους Σέρβους. Βλέπεις, εδώ ισχύει η ρήση: ο φίλος του εχθρού μου είναι και αυτός εχθρός μου! Τα τελευταία όμως χρόνια, η έντονη δραστηριότητα της επίσημης ελληνικής αντιπροσωπείας και του Έλληνα πρόξενου στο Κόσοβο, έχει μεταστρέψει αυτή την εικόνα και έχει αποδυναμώσει το όποιο κλίμα αντιπάθειας, θεμελιώνοντας νέες σχέσεις εμπιστοσύνης".
Μετά την Πρίστινα, είχα αποφασίσει –αντί να γυρίσω στην Ελλάδα ξανά μέσω Σκοπίων– να επισκεφθώ το Μαυροβούνιο και να επιστρέψω κατόπιν στην Ελλάδα μέσω Αλβανίας. Πρόβλημα θα αντιμετώπιζα μόνο στην περίπτωση που ήθελα να μεταβώ από το Κόσοβο στην Σερβία, γιατί δεν υπάρχει επίσημη συνοριακή είσοδος και οι Σέρβοι αρνούνται να δεχτούν ξένους ταξιδιώτες από το Κόσοβο. Κατά συνέπεια, για να οδηγήσω προς το Μαυροβούνιο έπρεπε πρώτα να περάσω από τις πόλεις Μιτρόβιτσα και Πέγια (Peja) και στη συνέχεια –μέσω της θεαματικής ορεινής διάβασης Rugova– θα έβαζα ρόδα στο Μαυροβούνιο.


Ένα χαμηλό ανάγλυφο λόφων φιλοξένησε την πορεία του καλοσυντηρημένου επαρχιακού άξονα από την Μιτρόβιτσα στην Πέγια (82 χλμ.). Οι μισογκρεμισμένες κατοικίες που αντίκριζα στην διαδρομή αποτελούσαν τις θλιβερές μαρτυρίες των εθνικιστικών ταραχών που είχαν σημειωθεί το 2004. Την προσοχή μου τράβηξαν επίσης τα πάμπολλα μνημεία που δέσποζαν στην άκρη του δρόμου, αφιερωμένα σε αντάρτες του UCK (Απελευθερωτικός Στρατός της Αλβανίας) που σκοτώθηκαν εκεί στον πόλεμο του 1999.

Οι αλβανικές σημαίες που ανέμιζαν παντού, σε κάθε πόλη και χωριό, επιβεβαίωναν παράλληλα την κυρίαρχη παρουσία του αλβανικού στοιχείου, που αγγίζει το 85% του συνολικού πληθυσμού των 2.500.000 κατοίκων του Κοσόβου.
Η παραμεθόρια πόλη Πέγια, που απλώνεται κάτω από την σκιά των επιβλητικών βουνών του Μαυροβούνιου, με αιφνιδίασε ευχάριστα. Αρκετά πιο γραφική και παραδοσιακή από τις υπόλοιπες πόλεις του Κοσόβου που είχα γνωρίσει, η Πέγια ήταν ένα πολύχρωμο αστικό κέντρο γεμάτο ζωντάνια και κίνηση, που μέχρι πρότινος διεκδικούσε από την Πρίστινα τον τίτλο της πρωτεύουσας του Κοσόβου.

Ακολουθώντας δυο νεαρούς με το μοτοποδήλατό τους, που προσφέρθηκαν να με οδηγήσουν στον προορισμό μου, δεν δυσκολεύτηκα διόλου να προσεγγίσω το Μοναστήρι του Πατριαρχείου (Patrijarsija Monastery), τον χώρο όπου στεγάζεται η έδρα του Ορθόδοξου Σερβικού Πατριαρχείου της Πέγια. Το μοναστικό συγκρότημα του Πατριαρχείου, ένα θρησκευτικό οικοδόμημα του 13ου αιώνα, είναι κτισμένο στα ριζά του βουνού, δίπλα στη κοίτη ενός κελαρυστού ποταμού.
Φημισμένο για τις υπέροχες, καλοδιατηρημένες αγιογραφίες του (που χρονολογούνται από τον 13ο αιώνα), το μοναστήρι του Πατριαρχείου φυλασσόταν από τις δυνάμεις της KFOR, προκειμένου να αποτραπούν τυχόν επιθέσεις και βανδαλισμοί από μουσουλμάνους Αλβανόφωνους. Την ίδια προστασία τύγχανε και το κοντινό Ορθόδοξο Σερβικό μοναστήρι Decani (14ου αιώνα), ένα εξίσου αξιόλογο θρησκευτικό μνημείο της περιοχής, που βρίσκεται 15 km νότια της Πέγια.


Χρειάστηκε να περάσω δυο σημεία ελέγχου μέχρι να μπω στο εσωτερικό της μονής. Στο πρώτο μάλιστα φυλάκιο μου ζητήθηκε να παραδώσω το διαβατήριο και τα έγγραφα της μοτοσυκλέτας, ενώ οι Ιταλοί στρατιώτες της KFOR, που είχαν επιφορτιστεί με τη φύλαξη της μονής, μου γνωστοποίησαν πως απαγορευόταν αυστηρά η φωτογράφηση στο εσωτερικό του μοναστηριού.
Ο πειρασμός, ωστόσο, ήταν τόσο μεγάλος, που δεν μπόρεσα τελικά να αντισταθώ και προχώρησα σε μια κρυφή φωτογράφηση των σπάνιων αγιογραφιών του καθολικού. Η ενέργειά μου αυτή έγινε αντιληπτή όμως από την ηγουμένη της μονής, που με αρκετά ευγενικό τρόπο με υποχρέωσε να παραιτηθώ από το ιερόσυλο έργο μου. Λίγο η εθνική μου καταγωγή, λίγο το γεγονός ότι ήμουν ομόθρησκος, κατάφερα τελικά να αποσπάσω τη συγχώρησή της και να γλιτώσω έτσι από τα χέρια των ανδρών της KFOR.

Μετά τη ξενάγηση που μου έγινε στους υπόλοιπους χώρους του μοναστικού συγκροτήματος, η ευγενικότατη ηγουμένη προσφέρθηκε να με συνοδεύσει μέχρι τον εξωτερικό περίβολο της μονής, στο σημείο που ήταν παρκαρισμένη η μοτοσυκλέτα. Πριν με αποχαιρετήσει, η μαυροντυμένη μοναχή έστρεψε το κεφάλι της ψηλά στο βουνό, στην κατεύθυνση που θα ακολουθούσα για το Μαυροβούνιο. Το βουβό της βλέμμα έμεινε μετέωρο πάνω στην γρανιτένια βουνοκορφή, ενώ ο λόγος της μίλησε κατευθείαν στην καρδιά μου και σφράγισε με τον πιο συγκλονιστικό τρόπο την επίσκεψή μου στο Κόσοβο. Ήταν λόγια πύρινα, γεμάτα αλήθειες και αγωνίες, που φανέρωναν μια ανυπέρβλητη δύναμη ψυχής, πραγματικά μοναδική: "...πρέπει όλοι οι Κοσοβάροι να ενωθούμε ξανά, να συνεχίσουμε να συνυπάρχουμε δίχως εθνικιστικά και θρησκευτικά τείχη ανάμεσά μας. Στο παρελθόν συμβιώσαμε μαζί και σίγουρα μπορούμε και στο μέλλον. Δεν μπορώ να δεχτώ τον τρόπο που σκέπτονται και αντιμετωπίζουν οι μεν τους δεν. Όχι, δεν απογοητεύομαι, έχω πίστη στο Θεό αλλά και στις νεότερες γενιές. Μόνο οι νέοι μπορούν να χαράξουν ένα καινούριο, ελπιδοφόρο μέλλον γι’ αυτόν τον τόπο. Ας τους δώσουμε τουλάχιστον μια ευκαιρία…".