city2 WHITE DDIAFANES

Μακεδονία

Cannot find taxidiotika/maniatis/athina_prespes_varadero subfolder inside /home/cityrider/domains/cityrider.gr/public_html/images/stories/taxidiotika/maniatis/athina_prespes_varadero/ folder.
Admiror Gallery: 5.0.0
Server OS:nginx/1.24.0
Client OS:Unknown
PHP:5.6.40-68+ubuntu22.04.1+deb.sury.org+1

DSC 2095-web Ιχνηλάτης στη Βάλια Κάλντα

 





Του Τάκη Μανιάτη
Φωτογραφίες: Βασίλης Κωστάκος

‘‘…έχουμε αφήσει ήδη 15 χιλιοστά ελαστικού σε Βαρδούσια, Άγραφα, Βάλια Κάλντα και συνεχίζουμε. Οι Πρέσπες είναι κοντά και σε λίγο πλησιάζουμε. Ανυπομονώ...’’Με ένα Honda Varadero και ένα Jeep Grand Cherokee διασχίζουμε την Ελλάδα από χώμα με προορισμό τις Πρέσπες, μήνα Μάϊο, με την θερμοκρασία να κυμαίνεται σε χειμωνιάτικα επίπεδα και τη βροχή να δυσκολεύει σημαντικά τη διαδρομή.


Αχνά, ανάμεσα από τα κενά της χειροποίητης κουρτίνας και κάτω από αυτήν, ανάμεσα στο ξύλινο χωριάτικο τελάρο του παραθύρου, διακρίνεται η κορυφή των Αγράφων. Είναι ήδη 09:00 το πρωί και το κορμί παγωμένο από τη μάχη με τους -2οC της προηγούμενης βραδιάς διαμαρτύρεται και, λογικά, τυλίγεται ξανά σαν το κρεμμύδι κάτω από τα παπλώματα. Στο πλακόστρωτο της παραδοσιακής πλατείας των Κορυσχάδων, το Honda Varadero και το Jeep Cherokee αποτελούν τους μοναδικούς τουρίστες που χαζεύουν την πρωινή ομίχλη.
Ο ήχος από το παγωμένο νερό που αναβλύζει στις βρύσες της πλατείας συνοδεύει τη μελωδία των 10 κυλίνδρων, μοτοσυκλέτας και αυτοκινήτου. Χαιρετιούνται, απομακρύνονται και ο βαρύς, μεστός ήχος του Varadero τραβάει τον δικό του, μοναχικό δρόμο. Με την άσφαλτο να ελίσσεται έξω από το Καρπενήσι και τον δρόμο να ανηφορίζει και να χάνεται, τα κιλά του Varadero αποδεικνύονται ιδανικά και “εύκολα”. Το τοπίο εναλλάσσεται και γρήγορα η άσφαλτος δίνει τη θέση της στο χώμα, όπου και αρχίζει το «κυρίως πιάτο» της διαδρομής. Στόχος, το ορεινό πέρασμα, πάνω από τον όγκο των Αγράφων, πίσω από το ομώνυμο χωριό, ακόμη όμως βρισκόμαστε μακριά. Το κατέβασμα προς τον Ταυρωπό ή Μέγδοβα γίνεται γρήγορα και η στάση στο γεφύρι κρίνεται απαραίτητη. Πάνω και κάτω, στη διαδρομή του ποταμού, το βουνό έχει σκιστεί, υποταγμένο στα νερά που κατεβαίνουν ήρεμα, αφού κάνουν στάση στην τεχνητή λίμνη Ταυρωπού, δίνοντας ζωή και ενέργεια στην περιοχή. Το Varadero αρχίζει να ανηφορίζει το βουνό από την αριστερή πλευρά του ποταμού που μας επιφυλάσσει ακόμα πολλές εκπλήξεις -εκτός από τα μαύρα σύννεφα που βρίσκονται ώρα τώρα στο διάβα μας. Μας ακολουθούν από το πρωί, σαν καλή συντροφιά, αφού έχουν κρατήσει τις ευεργετικές, κουραστικές για οδήγηση δε, ακτίνες του ηλίου, μακριά μας. Το υψόμετρο συνεχώς μεγαλώνει και το ποτάμι κάτω χάνεται. Μόνο η βοή του ακούγεται, που προδιαθέτει να το πλησιάσεις και να το αγγίξεις. Το τοπίο είναι εκπληκτικό, με τις κορφές να απλώνονται μέχρι εκεί που φτάνει το μάτι, σε κάνει να εκτιμάς τις ομορφιές της χώρας μας.

Κάπου στο βάθος, πίσω από αυτές τις κορυφές, βρίσκεται η Λίμνη Πλαστήρα. Επιλέγουμε τη διαδρομή προς Ανθηρό, αφήνοντας το χωριό Άγραφα στα αριστερά, όπου ο δρόμος χωρίζει. Η κατάβαση ξεκινά, το ποτάμι ολοένα και μεγαλώνει στα μάτια μας και το καραφλό τοπίο γεμίζει ασφυκτικά από κάθε λογής φυτό. Οι τροχοί του Varadero γλιστρούν στο απάτητο έδαφος, αλλά το χαμηλό κέντρο βάρους βοηθά στη δύσβατη διαδρομή. Ευτυχώς που έχει Dual CBS στα φρένα και δεν μπλοκάρουν εύκολα, διατηρώντας το βαρύ Honda σταθερό στην πορεία του. Λίγο πιο πίσω, το Cherokee αρχίζει να χαϊδεύει με τις πόρτες του τα κλαριά, ο δρόμος στενεύει, τα φυτά πυκνώνουν στη μέση και προδίδουν την αραιή χρήση του δρόμου, βάζοντάς μας περίεργες ιδέες. Είναι ακόμη στα τελευταία του ο χειμώνας, και οι δασικοί δρόμοι εμφανίζονται μπροστά μας ταλαιπωρημένοι. Το ποτάμι καθρεπτίζεται στη ζελατίνα του Varadero αλλά έχει φουσκώσει και μαζί του έχει παρασύρει το παλιό, κατασκευασμένο από σχοινιά γεφύρι για τους πεζούς. Πλήθος από στρογγυλές, ποταμίσιες πέτρες έχουν εκβάλει στην όχθη και η προσπέλαση είναι αδύνατη.


Έχει ήδη αρχίσει να ψιχαλίζει, το χώμα να μουσκεύει και ακόμη δεν έχουμε φτάσει στα μέσα της διαδρομής. Αν περνούσαμε το ποτάμι, μετά τον Ανθηρό, θα βλέπαμε τη Λίμνη Πλαστήρα. Τώρα πρέπει να γυρίσουμε πίσω, να ανέβουμε ξανά ψηλά και να πάμε πάνω από τα Άγραφα, δίπλα από το χωριό, από τις κορυφές. Είναι πιο όμορφη διαδρομή, αλλά είναι άγνωστο αν καταλήγει κάπου ή αν ο δρόμος έχει υποστεί καθίζηση. Επιλογές δεν υπάρχουν και καθώς οι ψιχάλες εντείνουν την παρουσία τους στη ζελατίνα του Arai, η πρώτη σχέση κουμπώνει στο κιβώτιο. Η ανάβαση βρίσκει το Varadero να πλαγιολισθαίνει συνεχώς, αφού η γλίτσα κυριαρχεί παντού. Το στεγνό, διασκεδαστικό κατέβασμα στο ποτάμι, τώρα σαν ανέβασμα, απαιτεί προσπάθεια και κόπο για να κρατηθεί το Honda στη θέση του. Ευτυχώς το γκάζι του είναι γλυκό και βοηθά και η θέση οδήγησης χαμηλή. Ποιος ξέρει, έτσι που γλιστράει, μπορεί να χρειαστεί να πατήσω και αυτό γίνεται εύκολα με το μεγάλο Honda. Το σφικτό από δέντρα τοπίο ελευθερώνεται, το ποτάμι βρίσκεται ξανά χαμηλά και κορφές έχουν αρχίσει να φαίνονται και πάλι. Η βροχή όμως επιμένει και τα Dainese τσακώνονται μαζί της προκειμένου να κρατήσουν τα σώματα ζεστά, και όπως ήταν αναμενόμενο, βγαίνουν νικητές.

Με τη θερμοκρασία να πέφτει ενώ ανεβαίνουμε συνεχώς, η ζελατίνα θολώνει. Την ανοίγω και η βροχή χτυπά με δύναμη το πρόσωπό μου. Οι μυρωδιές περνούν αφιλτράριστες στα πνευμόνια, τονώνοντας το πιεσμένο από τη μεγαλούπολη αναπνευστικό σύστημα. Αν και η διαδρομή είναι γνωστή από παλιά, το τοπίο έχει αλλάξει δραματικά λόγω του καιρού. Η ομίχλη πυκνώνει, τίποτα δεν φαίνεται σε απόσταση αναπνοής. Πρέπει να φτάσω πρώτα στη διασταύρωση για να τη δω και πώς να σιγουρευτώ για τη συνέχεια, αφού δεν φαίνεται η κατεύθυνση της διαδρομής; Μέχρι και οι θεόρατες ξύλινες πόρτες, που απαγορεύουν τη διέλευση με πονηρεύουν, αφού συνήθως τις βάζουν στη μέση του δρόμου, για να μπλοκάρουν τη διέλευση των ζώων. ‘‘Όχι Θεέ μου’’, σκέφτομαι… και παρακαλώ να βρίσκονται εκεί για να περιφράξουν την είσοδο και έξοδο από κάποιο μαντρί, μη γυρίσω ξανά πίσω… Και είναι όντως έτσι, αφού οι αγελάδες ή μοσχάρια- ό,τι και αν είναι αυτά- μας φράζουν τον δρόμο. Η αγωνία εντείνεται, καθώς έχουμε να δούμε άνθρωπο εδώ και ώρες.

‘‘Πού πάτε ορέ παιδιά;’’, ρώτησε όλο απορία ο βοσκός με το ολόσωμο στρατιωτικό αδιάβροχο, για να συνεχίσει ‘‘πήγαινε όλο δεξιά, σε κάθε διασταύρωση’’ καθοδηγώντας μας προς τη λίμνη. Φύγαμε αφήνοντας πίσω μία βαθιά ροδιά πάνω στη λάσπη και τον βοσκό γεμάτο ικανοποίηση που αντάλλαξε έστω και δυο κουβέντες, αυτήν την άσχημη μέρα.
Το πέρασμα από την κορυφή είναι καταπληκτικό, οι χιονούρες, από τον δύσκολο χειμώνα έχουν διατηρήσει το πάχος τους στα 2 μέτρα, δυσχεραίνοντας τη διέλευση του Cherokee. Όπως και τα σπασμένα βράχια που συναντήσαμε πριν, απ’ όπου το μεγάλο Jeep χώρεσε στον πόντο. Το Varadero δεν έχει τέτοια προβλήματα, επιταχύνει και φεύγει. Παρά τη βροχή που έχει δυναμώσει, τη λάσπη που έχει βαθύνει και γλιστράει, η επιλογή χωμάτινων ελαστικών της Metzeler αποδεικνύεται ιδανική. Τα τακούνια χώνονται βαθιά στο χώμα ανοίγοντας νέους δρόμους, το μπροστινό δεν φεύγει με τίποτα από τη διαδρομή του και το πίσω ελαστικό γυρίζει πετώντας λάσπη στο Cherokee που ακολουθεί, συνήθως με την τετρακίνηση κλειδωμένη και πηγαίνοντας ‘‘με το πλάι’’.  Η Λίμνη Πλαστήρα φαίνεται και η φίλη μας η Σαλαμάνδρα, καθισμένη σε μια πέτρα, μας δείχνει την κατεύθυνση.


Πάπλωμα μέσα, πάπλωμα και έξω, μόνο που αυτό του Varadero είναι διαφορετικό. Το όμορφο καλλίγραμμο Honda στέκεται μπροστά από το Cherokee και το βάρος της ομίχλης που ακουμπά πάνω του από χτες το βράδυ, το έχει μουλιάσει. Αν μπορούσε, θα χτύπαγε την πόρτα να μπει μέσα, να σκουπιστεί και να ξαποστάσει. Έχουμε αργήσει, είναι ήδη 10:00 το πρωί, αλλά μου είναι δύσκολο να αφήσω τη θέα της Λίμνης πίσω μου και να συνεχίσω. Το όραμα του Νικόλαου Πλαστήρα για την κατασκευή της, πριν από 100 περίπου χρόνια, βύθισε στο υγρό σκοτάδι τα χωριά της ορεινής Καρδίτσας, αλλά ταυτόχρονα έδωσε πνοή και ζωντάνια στη γύρω περιοχή. Έτσι, είναι πραγματικά δύσκολο να σηκώσεις τα μάτια σου από τη Λίμνη Ταυρωπού, όπως αλλιώς λέγεται, και να συνεχίσεις παρακάτω. Άλλωστε ο κύκλος είναι μεγάλος και η διαδρομή πανέμορφη, όποια μεριά και αν επιλέξεις. Τα δέντρα πλαισιώνουν τις άκρες του δρόμου σαν χιονοδείκτες, αφήνοντας μικρά κενά, απ’ όπου η θέα της Λίμνης σε προκαλεί. Σε περιμένει, με στρωμένο το επίσημο, πράσινο χαλί της μέχρι τις όχθες, εκεί όπου συναντάται με το γλυκό, παγωμένο ακόμη, νερό. Ιεροσυλία ή όχι, το περπάτημα υπό τους ήχους των θηριωδών βατράχων που πηδούν ανάμεσα από τα φυτά που εξέχουν από το νερό, είναι αξέχαστη εμπειρία. Όπως και η θέαση των αλόγων που προσφέρονται για ιππασία και βόλτα στο μαλακό, βρεγμένο γρασίδι. Το Varadero άλλωστε είναι βαρύ και γλιστράει στη γλίτσα που έχει σχηματίσει η πρωινή βροχούλα.

Την επόμενη φορά, θα το παρκάρω στον παρακείμενο δρόμο. Θα περπατήσω μέχρι τα πανύψηλα δέντρα και θα αναζωπυρώσω τα κάρβουνα που μαρτυρούν το χθεσινό φαγοπότι, μέσα στις κυκλικά τοποθετημένες, βοτσαλένιες πέτρες. Το περιβάλλον είναι ό,τι καλύτερο για τέτοιου είδους δραστηριότητες, αρκεί να έχεις καλή παρέα και φυσικά χρόνο. Σαν φαντάσματα κάποιας επικής ταινίας, ο ήχος των τακουνιών μας των Metzeler Karoo μας συντροφεύει κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, ειδικά μόλις οι ταχύτητες ξεπερνούν τα 120 χιλιόμετρα. Είναι πραγματικότητα πως η πλεύση επάνω τους θυμίζει σκάφος σε φουρτουνιασμένη θάλασσα, αφού η διαφορά ύψους μεταξύ των τακουνιών δημιουργεί σκαλοπάτια που μετακινούν συνεχώς τη μοτοσυκλέτα. Μικρό το κακό, αφού συνηθίζεται γρήγορα και ουσιαστικά δεν απαιτεί ιδιαίτερους χειρισμούς κατά την οδήγηση. Ιδίως στα κλειστά κατηφορικά κομμάτια μετά τη λίμνη όπου η άσφαλτος δεν είναι ό,τι καλύτερο, τα χωμάτινα μπορεί να ‘‘πλέουν’’, αλλά ζεσταίνονται γρήγορα και δεν γλιστρούν.

Η συννεφιά μας παρακολουθεί, στο πέρασμα από τα Τρίκαλα, αν και θα προτιμούσαμε να απουσίαζε για να απολαύσουμε την υπέροχη θέα. Μόλις που διακρίνονται αχνά οι βράχοι των Μετεώρων και, μεγαλώνουν σταδιακά στα μάτια, καθώς πλησιάζουμε. Το βιολογικό ρολόι αρχίζει να χτυπάει και το Καστράκι, το πέρασμα για τις Μονές, μας υποδέχεται ευχάριστα. Βρέχει και το νερό γλύφει τους βράχους και κυλά στις σχεδόν κάθετες, από βότσαλα φτιαγμένες πλαγιές. Μπορεί να υπήρχε θάλασσα εδώ πριν από εκατομμύρια χρόνια, έτσι μαρτυρά η φύση. Όπως και να έχει, οι μοναχοί εδώ έχουν τα καλύτερα ρετιρέ στον κόσμο.


Το τοπίο μεταμορφώνεται από λεπτό σε λεπτό, με τα βότσαλα των Μετεώρων να δίνουν τη θέση τους στα πλατάνια του Μετσόβου, και στα “χάνια” της διαδρομής, όπου παλιότερα αλλά και τώρα, οι ταξιδιώτες σταματούσαν για να ταΐσουν άλογα και εαυτούς. Με τη σειρά μας, διαπιστώνουμε πως ο πολιτισμός έχει εισβάλει και σε αυτά, μετατρέποντάς τα σε μικρά παντοπωλεία, αφήνοντας την παράδοση στην άκρη, για χάρη της επιβίωσης. Ευτυχώς η φασολάδα έχει παραμείνει αλώβητη και μαζί της το τοπίο. Μέχρι και η καινούρια άσφαλτος που οδηγεί προς τη Μηλιά και αριστερά στη Βάλια Κάλντα δείχνει να προέρχεται από άλλο πλανήτη. Στέκεται εκεί σαν να ίπταται, σαν να μη θέλει να λερώσει με την πίσσα της το χώμα και τα λιβάδια κατά μήκος της διαδρομής. Το δάσος μάς υποδέχεται με ανοιχτές αγκάλες και ένα ακόμη όνειρο έχει γίνει πραγματικότητα. Η ηρεμία του Εθνικού Δρυμού, Βάλια Κάλντα, σπάει από το γουργουρητό των Varadero και Grand Cherokee, τα οποία υποδεικνύοντας τον ανάλογο σεβασμό, βάζουν κόφτη στις 1.000σ.α.λ. και περιορίζουν τα άσκοπα παιχνίδια ιπποδύναμης. Οι μυρωδιές από το μουλιασμένο δάσος κυριαρχούν παντού, και μία σχέση στο κιβώτιο του Varadero αρκεί για να απολαύσω το δώρο του Μεγαλοδύναμου. Αυτό που πρόλαβε να προστατεύσει το κράτος επονομάζοντάς το σε Εθνικό Δρυμό, και αφήνοντας έξω όποια «πολιτισμένη» βλέψη. Η ηρεμία κυριαρχεί και αν ξαποστάσεις, σίγουρα θα δεις κάποιο άγριο ζώο να βολτάρει αμέριμνο. Μόνον η βοή του Αώου εισχωρεί στο είναι σου και σε χαλαρώνει, μέχρι το πέρασμά του για το Αρκουδόρεμα. Εκεί όπου οι αρκούδες συγκεντρώνονται για συζήτηση, καφεδάκι και πικ -νικ.

Όχι δεν συναντηθήκαμε με κάποια από αυτές, αν και πολύ θα το θέλαμε. Οι εκδρομείς έχουν μαζέψει τα σκουπίδια τους, τα σημάδια από φωτιές όμως υποδηλώνουν την προηγούμενη παρουσία τους. Αρχίζει να βρέχει και η ομίχλη έχει σκεπάσει τα πάντα, πάνω από τα 20 μέτρα. Εγκλωβισμένοι από τον ουρανό που έχει κατέβει χαμηλά, θέλουμε να κάτσουμε κι άλλο, να χαζέψουμε τις κορφές των θεόρατων, αιωνόβιων ελάτων, που ξεχωρίζουν στο βάθος. Απίστευτο θέαμα και μέσα στην ατυχία μας, είμαστε τελικά τυχεροί που βρέχει. Ο αέρας, η ομίχλη, η υγρασία και οι μυρωδιές επιδρούν επάνω μου σαν μαγικό άγγιγμα, με τίποτα δεν αλλάζω αυτήν την αίσθηση με την θαλπωρή του Jeep. Θέλω να οδηγήσω το Grand Cherokee στο χώμα, να δω τι ‘‘παιχνίδια’’ κάνει, αλλά δεν αποχωρίζομαι το Varadero. Κρύβει έντεχνα τα κιλάκια του στο χώμα και μόνον το ρεζερβουάρ μπορεί να προδώσει την καταγωγή του, αφού η μακρινή συγγένεια με τις μοτοσυκλέτες που έτρεχαν παλιά στο Dakar είναι ορατή όταν κινείσαι χαλαρά ακόμη με γρήγορες ταχύτητες. Μέχρι και οι αναρτήσεις του είναι ανεκτές σε ταξιδιωτική ή οριακή χρήση, με το πιρούνι να αποτελεί το ισχυρό σημείο και το αμορτισέρ με τη μικρή διαδρομή, την αδυναμία του. Η ελευθερία κίνησης, η άνεση με την οποία διαδέχεται τις στροφές με την ελάχιστη συμβολή μου, η άμεση επαφή που έχω με τη φύση, ανακαλύπτοντας συνεχώς κάθε εκατοστό της διαδρομής, δεν μπορούν να αντικατασταθούν με τίποτα. Θέλω να μείνω εδώ για πάντα. Όσο για εσάς με το Grand Cherokee, θα σας δω στις Πρέσπες.


Στο μικρό ξύλινο τραπεζάκι, στην άκρη του δρόμου, ανάμεσα στα μισογκρεμισμένα σπίτια στο Περιβόλι, το μόνο που συναντάς είναι άδεια μπουκάλια μπύρας, ξεχασμένα από κάποιο παραδοσιακό γλέντι που σπάνια παίρνει σάρκα και οστά στην επαρχία. Ίσως ήταν η ώρα περίεργη, ίσως η παρέα που γλέντησε να κοιμάται τώρα κουρασμένη από την παράνομη υλοτομία. Όλα συνηγορούν στην απόφαση να φύγουμε γρήγορα για Γρεβενά. Την επόμενη φορά, μπορεί να κάτσουμε εδώ για φαγητό. Ο δρόμος κατηφορίζει, είναι δύσκολο να προσανατολιστείς, αφού δείχνει να γυρίζει Νότια. Το Varadero, αλώβητο από τις χωμάτινες διαδρομές που έχει κάνει μέχρι στιγμής, συνεχίζει προς Γρεβενά και Πρέσπες, με τον ανεμοθώρακα να σταματάει μέρος της καταρρακτώδους βροχής. Τα λάστιχα καθαρίζουν το νερό με τη χάραξή τους και στις στροφές αποδεικνύονται για μία ακόμη φορά ικανοποιητικά. Η διαδρομή προς τις Πρέσπες ορίζει και το τέλος του ταξιδιού, οπότε η ταχύτητα μειώνεται προκειμένου να καθυστερήσει το ωραίο θέαμα. Μερικές από τις ομορφότερες διαδρομές της Ελλάδας είναι ήδη παρελθόν, έχουν καταγραφεί στον σκληρό δίσκο του εγκεφάλου, και το τριεθνές πλησιάζει, διαιρώντας στα τρία τη Μεγάλη Πρέσπα. Από τις κορυφές των Αγράφων, την ηρεμία της Λίμνης Πλαστήρα, τα μοναστήρια των Μετεώρων και τη χλωρίδα του Εθνικού Δρυμού, Βάλια Κάλντα, στους ρυθμούς της Πρέσπας.

Ποτέ δεν σκέφτηκα σοβαρά να αγοράσω Varadero, αλλά μετά από αυτό το ταξίδι, το μεγάλο 1000 της Honda με κέρδισε. Η χαλαρότητά του να κάνει τα πράγματα να συμβαίνουν επιβεβαιώθηκε με τον καλύτερο τρόπο. Δεν ξέρω αν θα το αγόραζα και πάλι, αλλά σίγουρα κέρδισε μια θέση στην καρδιά μου, όπως και ο Άγιος Γερμανός, το χωριουδάκι, βορειοανατολικά της Πρέσπας. Εδώ οι άνθρωποι ζουν σε διαφορετικούς ρυθμούς. Μόνοι επισκέπτες οι πεζοπόροι, οι ψαράδες και κάποιοι που έχουν ως κύριο μέλημά τους τη χαλάρωση. Η Πρέσπα άλλωστε προδιαθέτει για ηρεμία, με τα σταθερά νερά της και τις παλιές, ξύλινες βαρκούλες που ξεκουράζονται στην άμμο, πρόθυμες να σε μυήσουν στον μαγικό της κόσμο. Παρακάτω, η ‘‘πλαζ’’ γεμίζει από τοπικούς από τα γύρω χωριά, και μακρύτερα, από την Καστοριά και Φλώρινα, αφού εκεί ο κόσμος εναποθέτει τις τελευταίες του ελπίδες για δροσιά τους καλοκαιρινούς μήνες.

‘‘Να πάρετε τα δικά μου φασόλια, είναι ποταμίσια’’ είπε ο Γέροντας, για να δείξει πως ακόμη και στα πιο μικρά χωριά, ο ανταγωνισμός με την παρακείμενη ‘‘Μπάμπο’’ καλά κρατεί.
Τα σπιτάκια όπου μένουν είναι παλιά, πέτρινα και διατηρημένα στο ίδιο στυλ επί σειρά ετών, με τα ξύλινα στενά μπαλκονάκια τους να στέκουν αγέρωχα. Έφτασε η ώρα να φύγουμε, ο ομορφούλης σκύλος, μετά από τόσα χάδια, δίπλωσε τα αυτιά, έκατσε σταυροπόδι και κοίταξε με τα μάτια γεμάτα απορία. ‘‘Μην ανησυχείς, θα τα πούμε σύντομα’’.